Σάββατο 3 Ιανουαρίου 2009

ΑΡΧΑΙ ΓΝΩΜΙΚΑ

  ΑΡΧΑΙΑ ΓΝΩΜΙΚΑ Ή ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ


  ΑΝΤΙΣΘΕΝΗΣ
 
  1) « Αρχή Σοφίας, ονομάτων επίσκεψις»


  ΑΝΑΞΙΜΑΝΔΡΟΣ

  « Τα πάντα φίρμα ήν, επελθών δε νούς διεκόσμησε πάντα ταύτα»
                                      


  ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ

  1) «Ενδέχεται και άλλως έχειν»
2) Αρχή Σοφίας ονομάτων επίσκεψις (Κρατύλος)
3) Νομίζω πως κάποια ανώτερη από την ανθρώπινη δύναμη έθεσε τα πρώτα ονόματα στα πράγματα (438 c).

                                
  ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ

1). Κόσμον τόνδε, τον αυτόν απάντων, ούτε τις θεών ούτε ανθρώπων εποίησεν, άλλ’ ήν αεί, εστί και έσται, πύρ αείζωον, απτόμενον μέτρα και αποσβενύμενον μέτρα.
( Τον κόσμον τούτον , τον ίδιον δι’ άπαντα {ενιαίον διά όλα } ουδείς θεός ή άνθρωπος εδημιούργησεν, άλλ’ ήτο πάντοτε, υπάρχει και θα υπάρχη, πύρ αιώνιον, απτόμενον ερρύθμως και αποσβενύμεον ερρύθμως { ή άλλως εμμέτρως}.

 2). «Τω μεν θεώ καλά πάντα και αγαθά και δίκαια, άνθρωπος δε α μεν άδικα υπειλήφασιν α δε δίκαια» αποσπ. 102.

3). « Όσον και αν προχωρήση τις δεν θα δυνηθή να ανεύρη το όριον της ψυχής, έστω και αν πορευθή επί οιασδήποτε οδού. Εις τόσον μέγα βάθος ευρίσκεται η ουσία της». Αποσπ. 84.

4)          Τα πάντα ρει

Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΩΝ ΠΥΘΑΓΟΡΕΙΩΝ

Πη παρέβειν;  τι δ’ έρεξα; τι μοι δέον ουκ ετελέσθη;


 ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ


Τό τής πόλεως ήθος, τοις άρχουσι ομοιούται


4. «… Του λόγου δ’ εόντος ξυνού…» Αποσπ. 2

Γι' αυτό είναι αναγκαίο να ακολουθούμε το κοινό, αλλά παρ’ όλο που ο Λόγος είναι κοινός, οι πολλοί ζούν σαν να έχουν δική τους αντίληψι.
  ( G.S.Kirk – J. E. Raven).

  ΠΛΑΤΩΝ


  ΠΙΝΔΑΡΟΣ

«ΑΡΕΤΑΙ Δ΄ΑΙΕΙ ΜΕΓΑΛΑΙ ΠΟΛΥΜΥΘΟΙ»
 
Οι μεγάλες Αρετές είναι διαχρονικές
  ( Πυθιόνικος ΙΧ . 133)
 


ΠΑΛΑΤΙΝΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ

ΑΝΩΝΥΜΟΥ ΠΟΙΗΤΗ (Αλεξανδρινών χρόνων)


Πως γενόμην; πόθεν είμι; τίνος χάριν ήλθον; απελθείν;
πως δύναμαι τι μαθείν; μηδέν επιστάμενος;
ουδέν εών γενόμην, πάλιν έσσομαι ως πάρος ήα,
ουδέν και μηδέν των μερώπων το γένος,
αλλ’ άγε μοι βάκχοιο φιλήδονον έντυε νάμα,
τούτον γαρ έστι κακών φάρμακον αντίδοτον. 


Ποίημα αδήλου ποιητού της Παλατινής Ανθολογίας των Αλεξανδρινών χρόνων. Βρίσκεται στην οικία του Σλήμαν ή Ιλίου Μέλαθρον ( πρώην Άρειος Πάγος και νυν Νομισματικό Μουσείο). 


  
ΖΗΝΩΝ Ο ΚΙΤΙΕΥΣ

το κατά φύσιν ζειν εν αρετή ζει






                                                           




 

 
Ποίημα αδήλου ποιητού της Παλατινής Ανθολογίας των Αλεξανδρινών χρόνων. Βρίσκεται στην οικία του Σλήμαν ή
Ιλίου Μέλαθρον ( πρώην Άρειος Πάγος και νυν Νομισματικό Μουσείο).



  ΣΩΚΡΑΤΗΣ

  Προσευχή τού Σωκράτους ( Φαίδρος , 279 b9-c9)
 
  « Ώ φίλε Πάν τε καί άλλοι όσοι τήδε θεοί,
  δοίητέ μοι καλώ γενέσθαι τάνδοθεν,
  έξωθεν δέ όσα έχω, τοίς εντός είναί μοι φίλια.
  Πλούσιον δέ νομίζοιμι τόν σοφόν,
τού δέ χρυσού πλήθος είη μοι όσον μήτε φέρων
 μήτε άγειν δύναιτο άλλος ή ο σώφρων.


   Αγαπημένε μου Πάν καί εσείς οί άλλοι θεοί ατού τού τόπου
  κάντε μου τήν χάρη νά γίνω όμορφος μέσα μου,
  καί όσα έχω έξωθεν μου νά είναι συμφιλιωμένα
  μέ όσα έχω μέσα μου.
  Πλούσιον είθε νά θεωρώ τόν σοφό
  και η ποσότητα του πλούτου που θα έχω,
  να είναι τόση που να μην μπορεί να την φέρει μαζί του
  και να πορεύεται με αυτήν κανείς άλλος,
  παρά μόνον ο συναιτός άνθρωπος. 


  ΜΥΘΟΙ ΑΙΣΩΠΟΥ

  ΘΥΓΑΤΗΡ ΜΩΡΑ ΚΑΙ ΜΗΤΗΡ

Γυνή τις είχε θυγατέρα παρθένον μωράν,
πάντοτε ούν ηύχετο τή θεάν νούν αυτή χαρίσασθαι.
Ευχομένης δέ αυτής παρρησία ή παρθένος ήκουσε και τόν λόγο κατείχε.
Μέθ’ ημέρας δέ τινάς σύν τή μητρί είς αγρόν εξελθούσα καί τής προαυλίου
προκύψασα θύρας είδεν όνον θήλεια ύπ’ ανθρώπου βιαζομένη
καί προσελθούσα τώ ανθρώπω είπε,
τί ποιείς, άνθρωπε;
ό δέ φησί, νούν αυτή εντίθημι.
Αναμνησθείσα δέ ή μωρά, ότι καθ’ εκάστην ή μήτηρ νούν αυτή ηύχετο,
παρεκάλει αυτόν λέγουσα,
ένθες, άνθρωπε, κάμοί νούν, καί γάρ ή μήτηρ μου πρός τούτο πολλά σοί ευχαριστήσει.
ό δέ υπακούσας κατέλιπεν τήν όνον και διεπαρθένευσε τήν κόρην
φθείρας αυτήν.
Ή δέ διεφθαρμένη μετά περιχαρείας έρχεται πρός τήν μητέρα αυτής λέγουσα,
Ιδού, μήτερ, κατά την ευχήν σου νούν έλαβον,
ή δέ μήτηρ αυτής φησίν, εισήκουσάν μοι οί θεοί τής ευχής.
Η δέ μωρά έφη, άνθρωπος τις μακρόν ποίρον και δύο στρογγύλα
νευρώδη έθηκεν έν τή κοιλία μου έσω βαλών καί έξω εντρέχων
ενέβαλε μοι, καγώ ηδέως είχον.
« η δέ μήτηρ ακούσασα και ιδούσα έφη,
ώ τέκνον, απώλεσας και όν πρώτον είχες νούν»