ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΔΙΑΜΑΝΤΑΡΑΣ
Ερευνητής – Μελετητής
Ιστορίας - Φιλοσοφίας
Αθήναι Μάιος 2009
(Είθε η παρούσα εργασία μου να ρίξει λίγο φως στο σκοτάδι της άγνοιας, της παραπληροφόρησης και του λαϊκισμού, που απλόχερα ρίχνουν στον Λαό μας…).
Ο σκεπτόμενος άνθρωπος και δη ο Έλλην, δεν είναι ένα αντικείμενο αλλά ένα δράμα, από το Δράω-ώ, είναι μία συνεχής πράξις, η ζωή είναι ένα απαρέμφατο και όχι μία μετοχή, είναι ένα συνεχές γίγνεσθαι και όχι ένα αριθμητικό γεγονός, όπως τον κατάντησαν σήμερα.
Γενικά αυτό που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο δεν είναι η φύσις του, αλλά η βιωματική του. Και το διατυπώνω σαφέστερα, ο κάθε άνθρωπος θέλει να ζήσει την ιστορίαν του και δραματοποιώντας την, να την κατακτήσει και να την καταστήσει πεπρωμένο του.
Οι μύθοι, (άγραφος ιστορία) τα Μυστήρια, οι Μυήσεις, το Δράμα, η Τραγωδία και η κωμωδία, είναι οι μεγάλες φωτεινές παρακαταθήκες και οι λαμπρές ιστορίες του παρελθόντος, που δεν είναι ούτε ξεχασμένες ούτε και ξεπερασμένες, εφ’ όσον σε αυτές βρίσκουμε τον αληθή και παντοτινό ενεργό δυναμισμό των συμβόλων, και την συνεχή δραστική και εξελικτική υγειή δύναμη του ανθρωπίνου ψυχισμού.
Η ανάπτυξις, η εξέλιξις και η καλώς νοουμένη πρόοδος του ανθρώπου και των κοινωνιών, μπορεί να παρασταθεί σαν μία σπειροειδής κλίμαξ, όπως αυτή της γενόμης.
Οι Ίωνες, απάρχες της Επιστημονικής Φιλοσοφίας ορθότατα διετύπωσαν τα αθάνατα ρητά τους, «Έν τό Πάν», «Ουδέν έν τή Φύσει Απόλυτα», «Τα πάντα Ρεί» και τόσες άλλες αιώνιες και αναλλοίωτες πνευματικές παρατάθηκες.
Ο πνευματικός Ελληνισμός σαν Κοσμοθεωρητικό, μυητικό, μυσταγωγικό και βιωματικό σύστημα, έχει πανάρχαιες ρίζες με εμφανείς και αφανείς δεσμούς με την υψηλή πνευματική Ελληνική δημιουργία, συλλέγοντας και αποδεχόμενος διά της εκλεκτικής επιλογής, ό,τι ανώτερο και
σπουδαιότερο έχει δημιουργήσει ο σώφρων νοηματικός Έλλην Λόγος και λόγος, ανά τις χιλιετίες.
Θα προσπαθήσω φίλτατοι αναγνώστες, να σας παρουσιάσω συνοπτικά από στοιχεία και γραπτές αναφορές, τις βασικές αρχές και την εξελικτική
πορεία του Ορφισμού, που επηρεάζει για πολλές χιλιετίες την ανθρώπινη διανόηση και που αποτελεί την βάση της Ελληνικής σκέψεως.
Ο πλέον ειδικός Ορφικός ερευνητής καθ. Muller, γράφει: Από όλους τους αρχαίους υμνωδούς, το σκοτεινότερο και (αγνωστότερο) πλέον άγνωστο πρόσωπο είναι ο Ορφεύς, γιατί τα μνημονευόμενα από τους Ίβυκο, Πίνδαρο, Ελλάνικο, Φερεκύδη, τους τραγουδοποιούς, τους τραγικούς και τους ιστορικούς, είναι λίγα. Το μεγάλο πλήθος των θαυμαστών μύθων του Ορφέως μνημονεύουν οι μεταγενέστεροι συγγραφείς, αλλά και τα ποιήματά του δεν διαφωτίζουν την πολυχιλιετή ιστορία του, ενώ έχομε πολλές πληροφορίες και αναφορές για τον Ορφισμό ανά τους αιώνας.
Ο Πρόκλος και ο Πορφύριος, όψιμοι αναλυταί του Αρχαίου Ορφισμού, μας αποκαλύπτουν έναν διαφορετικό Ορφισμό από αυτόν που γνώρισε ο Πλάτων, διά της Πυθαγορείου παρακαταθήκης. Και ο Ορφισμός των Αθηνών του σοφού Ονομακρίτου, που κατ’ εντολήν του Πεισιστράτου συγκέντρωσε, ερμήνευσε και κωδικοποίησε όλα τα Ορφικά, τα έπη του Ομήρου και τα κείμενα του Ησιόδου κατά τον 6ο π.χ. αιώνα, είναι δευτερογενής.
Από την εμβριθή μελέτη των αρχαίων κειμένων, συνάγεται ότι υπήρξαν διάφοροι φωτεινοί μύσται που διακόνησαν τα Ορφικά Μυστήρια και που έλαβαν το όνομα του πανάρχαιου ιδρυτού των, γιατί ανύπαρκτο ιστορικά πρόσωπο δεν μπορεί να δημιουργήσει στέρεα και μακρόβια ιστορία (Φιλοσ. της Ιστορίας Jague Maritin Παρίσι 1960).
Ο σπουδαίος μαθηματικός, και αστρονόμος αδελφός μας Κων. Χασάπης το 1964 δημοσίευσε την επαναστατική του διατριβή, όπου απεδείκνυε μαθηματικά και αστρονομικά, άρα αλάνθαστα, τα αναφερόμενα στον Ορφικό ύμνο προς τον Απόλλωνα: «αρμονίη κεράσας τήν παγκόσμιον ανδράσι μοίραν, μίξας χειμώνος θέρεός τ’ ίσον αμφοτέροις». Πλανητικό φαινόμενο το οποίο συνέβη κατά το 11.835 π.χ. και το 1366 π.χ., ήτοι περί το μέσον του μεγάλου ενιαυτού που διαρκεί 25.690 έτη (Πλάτων), και που είναι αποτυπωμένο στην Θόλο της Επιδαύρου. Έργο των μυστών θεραπόντων του Ασκληπιού (4ος αιών π.χ. και 40 χρόνια πριν από την γέννηση του Αριστάρχου). Αυτά εδιδάσκοντο με μαθηματικά και ουράνιο γεωμετρία στο Πυθαγόρειο Ομακοείο του Κρότωνος, που υπήρξε το επιστημονικό κέντρο μελέτης κα εφαρμογής του Ορφισμού.
Από αυτό άντλησαν πληροφορίες οι μετέπειτα Πλάτων, Αριστοτέλης, Πορφύριος, Ιάμβλιχος και τόσοι άλλοι. Κατά τον σπουδαίο μελετητή του Ορφισμού Ιωαν. Πασσά, συγγραφέα των περίφημων έργων «Αληθινή
Προϊστορία, Λιθικά, και Ορφικά», ο Ορφεύς και ο Ορφικός Θίασος του, ενεφανίσθησαν την 12η χιλιετία.
Είναι διαπιστωμένο ιστορικά ότι, πριν από την 2η χιλιετία, ομάδες Πελασγικών Ελληνικών φύλλων που έφεραν τις ονομασίες Θράκες και Μακεδνοί, από την Ελληνογενή φυλή των Οδρυσών, μετηνάστευσαν προς τα Δυτικά και εγκατεστάθησαν περί τον Αλιάκμονα και μέχρι τον Πηνειό ποταμό. Την χώρα αυτή την ονόμασαν Πιερία και τους κατοίκους Πίερες. Οι άνθρωποι αυτοί μετέφεραν από την Θράκη την Μυστηριακή δοξασία του Διονύσου, του επέκεινα και μία ευρύτερη θεολογία από αυτή των εντοπίων Αχαιών. Τοποθέτησαν τους κοινούς θεούς των, στην υψηλοτέρα κορυφή του Ολύμπου και στις παρυφές του, τις Πιέριες Μούσες (Διόδωρος ο Σικελιώτης).
Η γνώση αυτή των μυστηρίων, μεταδιδόταν από γενεά σε γενεά και έφθασε μέχρι τον προτελευταίο ιστορικό Ορφέα. Αυτός συστηματοποίησε και κωδικοποίησε τα διάφορα δρώμενα, και ίδρυσε στην πόλη Λείβηθρα Τελεστήριο, 9 γενεές προ του Τρωικού (εμφυλίου) πολέμου περί το 1600 π.χ. (Πάριον χρονικόν ή Μάρμαρον). Αυτό συνεχίζει αναγράφοντας, ότι ο τελευταίος Ορφεύς έλαβε μέρος στην γνωστή Αργοναυτική εκστρατεία, η οποία, κατά την Γεωγραφική Σχολή της Μιλήτου (5ος αιών π.χ.), έλαβε χώρα σε Ελληνικές περιοχές της σημερινής Μεσημβρινής Ρωσίας, έξη γενεές προ της πανελληνίου συρράξεως, με σκοπό την εξασφάλιση του εμπορίου του σίτου και χρυσού.
Άρα η αδελφοκτονία της Τροίας, έλαβε χώρα περί το 1220 π.χ. και η γνωστή μας αργοναυτική εκστρατεία, περί το 1500 π.χ.
Όμως, κατά την επιφανή Αμερικανίδα Αρχαιολόγο και ιστορικό Ενριέτα Μέρτζ στο περίφημο βιβλίο της ( The wine black sea 1967) (Οίνοψ Πόντος), αποδεικνύει γεωγραφικά και αστρονομικά, ότι αυτή η εκστρατεία έλαβε χώρα στην Νότιο Αμερική και τον Ειρηνικό ωκεανό.
Συμπερασματικά, η καλουμένη Ορφική Θρησκεία ήταν μία Βιωματική Μυητική και Ηθική Δοξασία, που ανάγεται προ του κατακλυσμού του Δευκαλίωνος που έλαβε χώρα περί το 9.500 π.χ. (Απολλώνιος ο Ρόδιος, Ορφικά, Τίμαιος του Πλάτωνος κ.λ.π.).
Ο Ορφεύς πέραν των ποιητικών και μουσουργικών ιδιοτήτων του, θεωρείται εμπνευσμένος οραματιστής και νομοθέτης, γιατί ο Νόμος, η Δίκη, το Αντιπεπονθός και το Επέκεινα, διαδραματίζουν κυρίαρχο ρόλο στους Ορφικούς Ύμνους : Νόμος, Νέμεσις Δίκη και σε άλλους.
Τα ιερά κείμενα του Ορφισμού ήσαν συγκεντρωμένα στον «Ιερό Ορφικό Λόγο», και ήσαν εγχάρακτες Λίθινες Πλάκες, που χρησιμοποιούσε ο
Ιεροφάντης στα Μεγάλα Ελευσίνια Μυστήρια. Από αυτόν έχουν διασωθεί 87 Ορφικοί Ύμνοι και λίγα πεζά αποσπάσματα. Αυτά είναι μέρη από την
Ορφική Κόσμο – Θεογονία, από την οποίαν πολλά ερανισθήκαν οι Όμηρος, Ησίοδος και πολλοί μεταγενέστεροι Έλληνες και ξένοι.
Είναι γνωστό, ότι από την θραύση του Ορφικού Κοσμογονικού Ωού, εξήλθε ο πρωτόγονος Φάνης, ήτοι η ροή της ακτινοβολίας, και από τους κόλπους της νυκτός ανεφύη ο πανδημιουργός Έρως, μετά ο Ουρανός, ο Ωκεανός και η Γή. Απόψεις που αποδέχεται η σύγχρονη αστροφυσική επιστήμη. Οι Ορφικοί, αναφερόμενοι στην προ της Θραύσεως-εκρήξεως υπάρχουσα κατάσταση, εδέχοντο ότι υπήρχαν το Χάος - Τάρταρος και η
Νύξ – Έρεβος μελαίνη ουσία, την οποία η σύγχρονη Κβαντοφυσική ονομάζει « σκοτεινή ψυχρά ύλη», (Αριστοφάνης Όρνιθες).
Ιστορικά είναι εξακριβωμένο, ότι στην Λείβηθρα για πολλούς αιώνες λειτουργούσαν τα Μυστήρια και η Μυσταγωγική σχολή, όπου ελάμβαναν χώρα μυήσεις επιφανών ανδρών όπως του Φερεκύδη, του Πυθαγόρα και άλλων. Σε όλα τα μυητικά κέντρα οι Μύσται εδιδάσκοντο τον τρόπο να διαβιούν εν ειρήνη, εφαρμόζοντας τους νόμους και της αρχές της δικαιοσύνης με την αρμονική συνύπαρξη του παγκόσμιου ρυθμού.
Η καθολική διάδοση και εφαρμογή του Ορφισμού σε όλον τον ευρύ Ελληνικό χώρο σημαίνει ότι, ο Ορφέας είχε φτιάξει νόμους που ήσαν σεβαστοί από όλες τις πολιτείες και αυστηρούς κανόνες με τους οποίους έπρεπε να διαβιούν οι Μύσται. Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης γράφει: «Γίγνεσθαι δε φασί καί ευσεβεστέρους καί δικαιοτέρους και κατά παν βελτίωνας εαυτών τους μυστηρίων κοινωνήσαντας». Μα αυτός δεν είναι και ο αντικειμενικός σκοπός των σωστών ανθρώπων, και αυτό δεν επιδιώκουμε και εμείς φοιτώντας στα εργαστήρια μας;
Τα Μυσταγωγικά αυτά κέντρα και τα Μυστήρια που ελάμβαναν χώρα σε αυτά, αναλυόμενα σε βάθος, διαπιστώνεται ότι ήσαν και ψυχολογικά θεραπευτικά συστήματα. Γιατί σε αυτά διαδραματιζόταν και αναπαριστάνοντο, όπως στο μετέπειτα Θέατρο, ένα μυητικό ψυχόδραμα, κατά την σύγχρονη κλινική ψυχολογία.
Το αρχικό Δράμα, που ήταν η βάσις των αναφορών, των συμβολισμών και της διδασκαλίας των μυστηριακών κέντρων, μετεξελίχθηκε με την πάροδο του χρόνου στην ανεπανάληπτη Θεατρική Τραγωδία για τον αμύητο λαό.
Στα Μυστήρια της Ελευσίνος, το δράμα αναφερόταν στην συμβολική αρπαγή της Κόρης Περσεφόνης, από τον Πλούτωνα και την αναζήτησή της από την Μητέρα Δήμητρα και τον νεαρό Ίακχο Διόνυσο. Συμβολισμός του αέναου κύκλου ζωής, θανάτου και επαναγεννήσεως. Παλαιότερα οι σοφοί Έλληνες ονόμαζαν τον ορθόν βίον «Παιδεία θανάτου».
Τα αρχαιότερα Καβήρεια Μυστήρια της Σαμοθράκης, όπου είχε μυηθεί σε αυτά και ο Ορφεύς, αναφερόταν συμβολικά και αλληγορικά στους Πυρομύστες υιούς του Διός, Καβείρους ή Διόσκουρους.
Αυτοί ήσαν θεότητες του χθονίου πυρός και των γηίνων δυνάμεων, προστάτες των γεννήσεων, της ναυτιλίας της παραγωγής και πρόγονοι του ανθρωπίνου γένους.
Τα Μυστήρια της Φλύας του Υμηττού των Λυκομιδών και τα ομοίως τελούμενα στην Βοιωτία, αναφέρονταν στα παθήματα και το δράμα του Διονύσου (Διός – Νους) και ετελούντο με διθυραμβική μορφή, με άσματα και δρώμενα. Αργότερα, αυτά του Υμηττού τα μετέφεραν οι ευσεβείς μύσται Ευμολπίδαι στον ιερό χώρο της Ελευσίνος, όπου προσέθεσαν σε αυτά τον αλληγορικό μύθο του Έρωτα και της καθόδου και αναστάσεως της ψυχής, όπως και στα μεταγενέστερα της Αθηνάς –Ίσιδος, του Όσιρη και του Απόλλωνος Όρου.
Στα Ορφικά η υπόθεση του Μυητικού δράματος και όλες οι εξαρτώμενες έννοιες από αυτό, ήταν ο φόνος του θείου παιδός Διονύσου (ανώτερο πνεύμα) από τους Τιτάνες (κατώτερες χοϊκές δυνάμεις), ακολουθούσε η πανηγυρική ανάσταση - μετάλλαξη του Διονύσου σε «ΕΛΕΥΘΕΡΕΑ». Στην συνέχεια της μυήσεως γινόταν αναφορά στο Διφυές Ανθρώπινο Όν, στο παντού ελλοχεύον κακό και τους έδειχναν την οδόν της αγωνιστικής πορείας που έπρεπε να ακολουθήσουν, για να απαλλαγούν και να λυτρωθούν οι μυούμενοι, από τα κληρονομημένα κατώτερα Τιτανικά χοϊκά στοιχεία, ώστε να ανυψωθεί η νόησίς των και να αναστηθεί στην ψυχή τους, με την μεσολάβηση της Σωτηρίας Αθηνάς - Σοφίας ο Ελευθερεύς Διόνυσος. Ο Πρόκλος στα σχόλια του, στον Κρατύλο του Πλάτωνος, αναφέρει ότι στα μυστήρια ετελείτο επίσης ψυχική, πνευματουργική και θεουργική διεργασία.
Ο Ορφεύς, τις πνευματικές και επιστημονικές παρακαταθήκες του, δεν τις εμπιστεύτηκε σε οργανωμένο σωτηριολογικό ιερατείο, αλλά τα άφησε παρακαταθήκη στην ανθρωπότητα, δημιουργώντας ανεξάρτητες νησίδες Αδελφοτήτων, Ομηγύρεων ή Θιάσων. Αυτές μετέδιδαν επί πολλούς αιώνες την απόκρυφο γνώση, δίχως τον κίνδυνο της εκτροπής και της επαγγελματοποιήσεώς των, όπως συνέβη με τις διάφορες θρησκείες.
Και ενώ αυτά διαδραματίζονταν στους κλειστούς Μυητικούς χώρους, διάφορα φωτεινά μυημένα πνεύματα, αισθανόμενα το χρέος τους προς όλο το κοινωνικό σύνολο, φρόντισαν να μεταγγίσουν μέρος της αποκρύφου γνώσεως και των ηθικών αξιών. Όμως με διαφορετική μεθοδολογία στον λαό, έτσι συνέβαλαν στην πνευματική ανύψωση και την βελτίωση της ζωής των λαών σε όλους τους τομείς.
Μέγα Ορφικό κέντρο ίδρυσε ο Πυθαγόρας «το Ομακοείον του Κρότωνος» στην Μεγάλη Ελλάδα. Σε αυτό δίδασκε όλες τις επιστήμες και στους εκλεκτούς και άξιους μαθητές του, αποκάλυπτε όλη την απόκρυφη μυητική γνώση σε 4 προοδευτικές μυήσεις, με τελευταία αυτήν των «Θεοφανείων».
Το αρχαίο θεατρικό δράμα, όπως ήδη ανεφέρθει, προήλθε από τα μυητικά δράματα και κατ’ επέκτασιν και η τραγωδία σε αυτά έχει τις ρίζες της και την καταγωγή της. Αυτά σε συνάρτηση και σε συνδυασμό με την επική και την λυρική ποίηση, με μιμητικά και τελετουργικά δρώμενα, λεγόμενα και ακουόμενα για πολλούς αιώνες ψυχουργούσαν και οδηγούσαν τα πλήθη προς την αρετή και την φιλοπατρία.
Στους κλασσικούς χρόνους, η Τραγωδία έφθασε στο απόγειο της τελειότητός της, αυτή υπήρξε ο βασικός παιδαγωγός και λυτρωτής των παθών του Έλληνα, ενώ τα μυστήρια συνέχιζαν το ανώτερο έργο τους, που ήταν για τους λίγους, τους ικανούς που γνώριζαν να άρχουν και να άρχονται.
Η τραγωδία εξελίχθηκε και έφθασε τα όρια της τελειότητας, γιατί συγκινούσε άμεσα τον συναισθηματικό και ψυχικό κόσμο των θεατών, έτσι υπερίσχυσε των αντιξοοτήτων του χρόνου και του χώρου.
Όποιος μελετήσει σε βάθος και σοβαρά το αρχαίο Ελληνικό Δράμα και την Τραγωδία, διαπιστώνει ότι, αυτά είχαν ασχοληθεί και αναπτύξει θετικά, όλων των ειδών τα προβλήματα που ταλανίζουν διαχρονικά τον άνθρωπο, όπως είναι: τα αισθητικά, φιλοσοφικά, ηθικά, θρησκευτικά, φιλολογικά, πατριωτικά, πολιτικά, ανθρωπιστικά και άλλα.
Οι τραγωδοί αλλά και οι ερευνητές της τραγωδίας, έρχονται αντιμέτωποι με το μεγαλύτερο πρόβλημα του Όντος και της υπάρξεώς του. Γιατί αυτό το πρόβλημα εκφράζει την υπαρξιακή αγωνία και το μυστήριο του επέκεινα, και έδιναν τις ορθές και λογικές απαντήσεις, δίχως δογματισμό, φόβο και το δέος μίας μελλοντικής κολάσεως.
Ο κάθε θνητός ανήκει σ’ έναν ιδιαίτερο κύκλο και είναι γραμμένη η προσωπική του τραγωδία, που κέντρο της είναι οι τρείς Μοίρες: Άτροπος, Κλωθώ και Λάχεσις, (Πλάτων Μύθος του Ηρός), που εκφράζεται με το Πυθαγόρειο θεώρημα.
Ο θάνατος, είναι ο κοινός παρανομαστής όλων των όντων και αποτελεί συνειδητά ή υποσυνείδητα, την αιτία της δράσεως του πνεύματος, του σώματος και της ψυχής.
Τα προβλήματα και οι ερωτήσεις που έθετε η τραγωδία στην ανθρωπίνη συνείδηση ήσαν: «Τι είναι ο κόσμος; Τι είναι ο άνθρωπος; Τι είναι η μοίρα; τι είναι η ελευθερία; Γιατί το δίκαιο και η αλήθεια δεν υπερισχύουν στις ανθρώπινες κοινωνίες; Γιατί υπάρχει ο πόνος και ο θάνατος; γιατί η ανθρώπινη φύση είναι ανικανοποίητη και παράλογη;
γιατί το ένστικτο είναι ισχυρότερο της λογικής; Ποιά είναι η επιρροή του θείου στον άνθρωπο; και άλλα». Αυτά είναι και σήμερα τα ερωτήματα, που πρέπει να εξετάζει με σύνεση και σεβασμό ο κάθε σκεπτόμενος άνθρωπος και μάλιστα ο Έλλην.
Το βασικό υλικό για ένα τραγικό ή κωμικό δράμα, ήταν η σύγκρουση της ανθρωπίνης υπάρξεως και ενός κόσμου, που ο τραγικός ήρωας δεν μπορεί να ελέγξει και να κατανοήσει. Υπάρχει ένας χώρος στο ανθρώπινο πνεύμα, στο οποίο κανείς δεν μπαίνει τυχαία. Οι άνθρωποι μπαίνουν εκεί με την θέληση τους, αυτός είναι ο χώρος του αρχαίου Ελληνικού Δράματος και της Τραγωδίας.
Η τραγωδία δεν ήταν και δεν είναι μία απλή πράξη ψυχαγωγίας, είχε και πρέπει και σήμερα να έχει εκπαιδευτικούς, ηθικούς, ψυχουργικούς, και λυτρωτικούς στόχους, σκοπούς και επιδιώξεις.
Ο Μέγας Αριστοτέλης, άριστος γνώστης όλων αυτών, πριν από 2400 χρόνια διετύπωσε στην Ποιητική του 1499 Β 25, τον ανεπανάληπτο και αναλλοίωτο ορισμό του για την τραγωδία:
«Έστι μέν ούν Τραγωδία
μίμησις πράξεως σπουδαίας και τελείας,
μέγεθος εχούσης, ηδυσμένω λόγω,
χωρίς εκάστου τών ειδών έν τοίς μορίοις,
δρώντων καί ού δι’ απαγγελίας,
δι’ ελέου και φόβου περαίνουσα
τήν τών τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν».
Δεχόμενοι όπως Ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης και όλοι οι σοφοί, ότι το Καλλόν, το Αγαθόν και το Ωραίον τοποθετούνται μέσα στον κύκλο της Αρετής, που οδηγεί στην ευδαιμονία, τότε κάθε τέχνη και κατά μείζονα λόγο η Τραγωδία (γιατί είναι σύνολο και αλληλοεπιδράσεις τεχνών), στοχεύει μόνον σε μία ανώτερη μεταμόρφωση του ανθρώπου.
Η σύγχρονη ψυχανάλυση, θεωρεί την κάθαρση των παθών και συμφωνεί με την Αριστοτελική διατύπωση, σαν εξύψωση των ταπεινών ενστίκτων, τα οποία συμπιέζονται στο υποσυνείδητο και ταλαιπωρούν ψυχοσωματικά το άτομο.
Ο εξαγνισμός της ψυχής μέσω της δι’ ελέου και φόβου καθάρσεως, απελευθερώνει τον άνθρωπο και τον οδηγεί στην γνωστική και ηθική
ολοκλήρωση. Έτσι τα ταπεινά και καταδικασμένα πάθη μεταπίπτουν, χάριν της παντοδυνάμου αρετής, στον κύκλο του αιωνίου αγαθού.
Η αρχαία άποψις, που υποστήριζε ότι η υγεία είναι η αδιατάρακτη αρμονία ψυχής και σώματος, είναι αρχή που παραμένει αναλλοίωτη στον χρόνο. Η σύγχρονη επιστήμη δεν δέχεται επ’ ουδενί, ότι η ψυχή μπορεί
να υποφέρει ξεχωριστά από το σώμα ή και το αντίθετο. Αυτή η άποψη αναφέρεται από τους Απάρχες Ίωνες φιλοσόφους, και διατυπώνεται με σαφήνεια από τον Πλάτωνα στον Διάλογο Χαρμίδης: « Να μην κινούμε το σώμα χωρίς την ψυχή και ούτε την ψυχή χωρίς το σώμα».
Κλείνωντας συνάγεται ότι, τα Μυστήρια, οι Μυήσεις και κατ’ επέκτασιν το Δράμα και η Τραγωδία κινούν το σώμα, ενεργοποιούν την διανόηση και συγκινούν την ψυχή, μέσω της δημιουργίας ανωτέρων συναισθημάτων, που συντελούν στην μέθεξη με τον ιδεατό κόσμο του ήθους, του κάλλους και της ισχύος της δικαιοσύνης. Αυτά είναι και τα βασικά αρχέτυπα της αρετής και της ευδαιμονίας...
Αντί επιλόγου... θέτω σε όλους μας το ερώτημα, είναι σήμερα οι γνώσεις μας, οι σχέσεις μας και τα κοινά σημεία της ζωής μας έστω και κατ’ ιδέαν συμβατά με τα αθάνατα ελληνικά Μυστήρια, το Δράμα, την Τραγωδία, τα σοφά νάματα τους και την βίωση τους; Αν απαντήσουμε ειλικρινά, θα διαπιστώσουμε αμερόληπτα τον εκπεσμό των αξιών και της κοινωνίας και ότι το μοναδικό αντίδοτο είναι η μελέτη και εφαρμογή των Αληθινών και Αιώνιων Ελληνικών αξιών.
ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΔΙΑΜΑΝΤΑΡΑΣ