Τρίτη 17 Φεβρουαρίου 2009

Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ - Η ΑΘΑΝΑΣΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΚΑΙ
Ο ΜΟΝΟΘΕΪΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΩΚΡΑΤΗ


Υπό
ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΔΙΑΜΑΝΤΑΡΑ
Ερευνητού - Μελετητού
Ιστορίας – Φιλοσοφίας




Η Ελληνική διανόηση, από τα πανάρχαια χρόνια παρατήρησε και εξέτασε με σεβασμό και με δέος τα φαινόμενα και τις εκφάνσεις της φύσεως, διότι με την πρώιμο λογική της προσέγγισε και ερεύνησε το θείον, το οποίο, ανέλυσε και εξέφρασε με τον τέλειο νοηματικό της λόγο.
Με την πάροδο των αιώνων, δημιούργησαν μία ανώτερη μονοθεϊστική θεολογία και μία πολυμερή εκφραστική λαϊκή θεολογία, η πρώτη για τους ολίγους τους ταγούς και τους ικανούς, που θα μπορούσαν να την κατανοήσουν, να την σεβαστούν, να την διαφυλάξουν και να την μεταδώσουν στους επιγενόμενους. Αυτή την εκπροσωπούσαν οι λειτουργοί των Μυστηρίων και των Μαντείων, ενώ την άλλη που ήταν για όλο τον λαό, την διακονούσαν και την εκτελούσαν περιοδικά οι εκάστοτε εκλεγμένοι εκπρόσωποι της πολιτείας.
Αυτή η πραγματικότης, είναι και η μεγάλη διαφορά του Ελληνικού ερευνητικού πνεύματος, της λογικής προσεγγίσεως και της ερμηνείας των πάντων και όχι της αλογίστου δογματικής τάχα αποκαλυπτικής και σωτηριολογικής πίστεως, που εκφράζεται από μία μικρά καταπιεστική μερίδα κληρονομικών και προνομιούχων εκπροσώπων του θείου επί της γής.
Από το σύνολο του υλικού που χρησιμοποιεί η επιστημονική έρευνα, από τα αρχαία χρόνια μέχρι και σήμερα, δεν προκύπτουν ιστορικά δεδομένα για την ζωή και την δράση του Σωκράτη, είναι ελάχιστα τα εξακριβωμένα και αναντίρρητα στοιχεία, που είναι απαραίτητα για να θεμελιωθεί η ιστορική επιστήμη. Για αυτό η φυσιογνωμία του Σωκράτη παραμένει πάντα για τους ερευνητές, ένα αίνιγμα προς λύση.
Ενώ αντίθετα έχομε πλούσια και με ποικιλία την Σωκρατική παράδοση, έτσι μπορούμε αβίαστα να ισχυριστούμε, ότι έχομε έναν θρύλο, που τον έπλασαν και μας τον παρέδοσαν οι θαυμαστές του, κυρίως οι μαθητές του, οι επικριτές τους ακόμα και οι κατήγοροι του. Ο κυριότερος λόγος που δεν έχουμε, εξακριβωμένο υλικό, είναι γιατί ο Σωκράτης «ουδέν έγραψε».
Την Θεολογία, το Δαιμόνιον και την Αθανασία της Ψυχής κατά την Σωκρατική αντίληψη τα γνωρίζουμε, από τα έργα των μαθητών του, καθότι είναι γνωστό ότι ο ίδιος δεν άφησε γραπτά κείμενα, διότι δεν βρήκαμε κανένα έργο του και δεν αναφέρεται επίσης κανένα έργο του από άλλους αρχαίους συγγραφείς. Οι μαθηταί του, που αναφέρονται στο έργο του είναι κυρίως ο Πλάτων και ο Ξενοφών,
2

o Πλάτων με τους θαυμάσιους διαλόγους του και τα πεζά του έργα έχει καταστήσει τον διδάσκαλό του αθάνατο και μέγιστο των φιλοσόφων. Ο δεύτερος είναι ο παρεξηγημένος Αθηναίος ευπατρίδης, στρατηγός, πολιτικός, συγγραφέας και ιστορικός Ξενοφών.
Ο πρώτος έχει επηρεασθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό από το έργο του Σωκράτη, αλλά και ο ίδιος σαν μεγάλος φιλόσοφος, έχει επηρεάσει το έργο του Σωκράτη, με κάποια δικά του, έστω και δευτερεύοντα στοιχεία, βασισμένα στις δικές του θεολογικές και φιλοσοφικές ιδέες, όμως σε γενικές γραμμές στα αθάνατα έργα του καταγράφονται αυτούσιες οι θέσεις του διδασκάλου του. Αυτό γίνεται αντιληπτό μόνο από τους βαθείς γνώστες και μελετητές του Σωκρατικού έργου.
Με μεγαλύτερη ακρίβεια αποδίδει την Σωκρατική διδασκαλία ο Ξενοφών, διότι σαν ρήτωρ, στρατηγός, ιστορικός και πολιτικός δεν ανέπτυξε δικές φιλοσοφικές θεωρίες, για αυτό τα έργα του αποτελούν εξίσου σημαντική πηγή για την μελέτη της ζωής και του όλου έργου του Σωκράτους.
Θα εξετάσουμε εν συνεχεία μερικά αποσπάσματα από τα έργα των μαθητών του Πλάτωνος και Ξενοφώντα, στα οποία χαρακτηριστικά και κατ’ επανάληψη αναφέρεται ο Σωκράτης στην ύπαρξη ενός και μόνον Θεού, που τον οδηγούσε και κατεύθυνε την πορεία της ζωής του.
Οι έννοιες του θείου και της αθανασίας της ψυχής, συναποτελούν την βάση της όλης Σωκρατικής διδασκαλίας, που επάνω σε αυτά στηρίχθηκαν πλείστα όσα φιλοσοφικά συστήματα, θεωρίες, κοινωνικά κινήματα και θρησκείες επί δύο χιλιάδες τετρακόσια χρόνια.
Θεολογία εννοιολογικά σημαίνει, λόγον περί του θεού ή των θεών, και στον Σωκράτη η θεολογία έχει όντος διττή υπόσταση, αναφέρεται το πρώτον στην ύπαρξη ενός Υπερτάτου Δημιουργού Θεού, και κατά δεύτερον στην ύπαρξη πολλών θεϊκών εκφάνσεων ή θεοτήτων τα οποία ενεργούν για την πρόνοια του ανθρωπίνου κόσμου. Η διάκριση μεταξύ του ενός θεού και των πολλών θεοτήτων, είναι θεμελιώδης σε όλη την Αρχαιοελληνική φιλοσοφία, αυτή η σημαντική φιλοσοφική θέση δεν έχει γίνει πλήρως κατανοητή από τους ξένους κυρίως μελετητές, και αυτό έχει δημιουργήσει κατά καιρούς, σοβαρά προβλήματα αποδόσεως και στρεβλώσεως της όλης Σωκρατικής διδασκαλίας.
Μελετώντας και ερευνώντας καλλίτερα την ιστορία διαπιστώνουμε ότι, ο Σωκράτης ήταν βαθιά θρησκευόμενος, είχε πάρα πολύ δραστήριο πνεύμα και προσπαθούσε να κάνει τους ανθρώπους καλλίτερους, για το οποίο δήλωνε ότι είχε ειδική εντολή από τον ΘΕΟ. Ο Ξενοφών στα απομνημονεύματα του (Α΄α, 16) γράφει: « αυτός αεί περί τών ανθρώπων διελέγετο σκοπών, τι Καλόν, τί αισχρόν, τί ευσεβές, τί ασεβές, τί δίκαιον, τί άδικον, τί σωφροσύνη, τί μανία, τί ανδρεία, τί δειλία, τί πόλις, τ ί πολιτικός, τί αρχή ανθρώπων, τί αρχικός ανθρώπων;
Κατά τον Σωκράτη ο ΘΕΟΣ δεν φιλοσοφεί, γιατί κατέχει την σοφία, φιλοσοφεί όμως ο άνθρωπος, που η ύπαρξη του είναι πεπερασμένη. Πρώτος θεώρησε την ψυχή σαν την πραγματική ουσία του ανθρώπου και την αρετή, σαν αυτό που συμπληρώνει

3


την ανθρώπινη φύση, μέσα από την αναζήτηση και την βελτίωση της ψυχής. Αυτές οι εκφάνσεις είναι περισσότερο θείες παρά θεός, και αυτές μπορεί να τις προσεγγίσει ο άνθρωπος μόνο με τον καθαρό ΝΟΥ του, που τον αποκαλεί θείο.
Έτσι πολύ ορθά δηλώνει ότι, ο νους είναι κατώτερος από την Πρωταρχική Θεότητα, όπως ακριβώς αυτό που είναι ενωμένο είναι κατώτερο από το ΕΝΑ, και το νοερό από τον νου και το έμψυχο από την ψυχή, και πάντοτε προηγούνται τα ποιο ενιαία από τα απλά, ενώ όλη η σειρά των ΟΝΤΩΝ καταλήγει στο ίδιο το ΕΝΑ.
Ο Σωκράτης στα έργα του Πλάτωνος και των άλλων συγγραφέων, χρησιμοποιεί κατά μεγάλο μέρος την έννοια του θείου στον ενικό αριθμό «ο ΘΕΟΣ» και δεν εννοεί έναν οιονδήποτε θεό από τις υπάρχουσες τότε «θεότητες» που τις έπλασε ο άνθρωπος κατά το δοκούν του, αλλά τον έναν Υπέρτατο Δημιουργό του σύμπαντος κόσμου, ο οποίος δεν έχει καμία σχέση ή ομοιότητα με οιανδήποτε ανθρωπίνη ή άλλη πνευματική οντότητα.
Οι Προσωκρατικοί Ίωνες «Υλοζωισταί» φιλόσοφοι, έκαναν την πρώτη σοβαρή και λογική προσπάθεια προσεγγίσεως του θείου, που ήταν προσιτή στην ανθρωπίνη διάνοια, έτσι απεκάλεσαν την πρώτη και μοναδική δημιουργό δύναμη των πάντων τον θεό, από το ρήμα θέω, με διάφορα ονόματα:
Ο Αναξίμανδρος Άπειρον, ο Ηράκλειτος Έν Σοφόν, ο Πυθαγόρας ο Αριθμός, ο Ξενοφάνης Είς θεός, η Ελεατική σχολή το Όν , ο Αναξαγόρας ο Νούς, ο Εμπεδοκλής η Ιερά Φρήν, ο Δημόκριτος το Πάν, ο Πίνδαρος ο Μέγας Μάκαρ, ο Αριστοτέλης το Πρώτον κινούν ακίνητον. Εξ αυτών αβίαστα τεκμαίρετε ότι η αρχαία ελληνική φιλοσοφία – θεολογία ήταν μονοθεϊστική.
Οι Έλληνες με την λογική τους απέδειξαν ότι, η ύπαρξη και η δομή του σύμπαντος κόσμου για να λειτουργεί, πρέπει να υφίσταται μία υπερτάτη έλλογος δημιουργός δύναμη, που διέπει και κατευθύνει τα πάντα, που εκπροσωπεί μόνο το απόλυτο Αγαθόν, αλλά είναι άγνωστη ως προς την ουσία της, διότι είναι άναρχος, άπειρος, άχρονος, αγέννητος, ανώλεθρος και αϊδιος, διότι δεν έχει καμία σχέση ή συνάφεια με το κακό.
Ο Σωκράτης δεχόταν ότι ενεργούσε την διδασκαλία του κατ’ εντολήν του θεού, που το εξέφραζε με το «μαιείας ο θεός τε καί εγώ αίτιος». < Ο θεός με αναγκάζει να ξεγεννώ τους άλλους ( με την μαιευτική μεθολογία), αλλά με εμπόδισε να γεννώ ο ίδιος>.
Μοναδική αποστολή και έργο της ζωής του, το οποίο κατά τον Πλάτωνα, θεωρούσε σαν εντολή Θεού, και όχι των διαφόρων λαϊκών θεοτήτων, ήταν να κρίνει και να ελέγχει τον εαυτόν του και τους άλλους. Δηλώνει ρητά και κατηγορηματικά επανειλημμένως, ότι με αυτό το έργο καθίστατο συνεργάτης του Θεού, αφού ήθελε όπως και εκείνος, να γίνεται εν παντί το δίκαιον και το αγαθόν.
Ανάλογος είναι και ο τρόπος που το εκδηλώνει, που το βιώνει και το πραγματοποιεί.


4

Ο Σωκράτης ζει και ελέγχει την σκέψη του και την σκέψη των άλλων, αλλά το σπουδαιότερο είναι ότι την σκέψη του την κάνει έργο καθημερινό, που είναι αναπόσπαστο με τον τρόπο της ζωής του.
Για τον έλεγχο και την επικοινωνία με τον εαυτό του χρησιμοποιεί τον εσωτερικό, τον έμψυχο λόγο. Για την άμεση επικοινωνία με τους άλλους χρησιμοποιεί τον προφορικό, τον ζωντανό, αλλά και έμψυχο πάλι λόγο, ποτέ τον γραπτό. Αυτή είναι και ουσία του Σωκρατικού λόγου. Ο Σωκράτης στοχάζεται, μιλάει και συζητεί. Ο έλεγχος που τον συνοδεύει, πάντα άγρυπνος οιστρηλατείται από ένα ιδανικό. Να κάνει την ζωή του ανθρώπου ομόλογη, σύμφωνα με την αλήθεια, την δικαιοσύνη και το θείο. Ζητάει και θέλει, η συνείδηση να ομολογεί και να ταυτίζεται πάντα με τον εαυτό της. Για την πραγματοποίηση αυτού του έργου καλεί όλους τους ανθρώπους να συμμετέχουν δίχως ενδοιασμούς και σκοπιμότητες.
Ενώ ο Σωκράτης δίδασκε ακούραστος όλη του την ζωή, δεχόταν τους θεούς , εκείνους που αναγνώριζε η επίσημος πολιτεία και προσέφερε θυσίες (ευχαριστίες) σε αυτούς, στο σπίτι του και στους δημόσιους βωμούς. Προσευχόταν ικετεύοντας να δίνουν το καλό, γιατί μόνο αυτοί το γνώριζαν. Όμως τόνιζε πάντα, ότι ήθελε να έχει πλήρη και επακριβωμένη την έννοια του Θείου, του Οσίου και της Ευσέβειας. Στην θέση της λαϊκής και αφελούς πίστεως προς τους μυθικούς ανθρωπομορφικούς θεούς (εκφάνσεις των φαινομένων και των δυνάμεων της φύσεως), τοποθετεί, με τον Λόγον, την λογικήν και την συνείδηση του ΕΝΑΝ ΘΕΟ ΤΕΛΕΙΟ ΚΑΙ ΧΩΡΙΣ ΕΛΑΤΤΩΜΑΤΑ.
Όλα αυτά όμως δεν ήθελε να τα εξετάζει πρόχειρα και αμέσως, αλλά αργά, προοδευτικά και με την μαιευτική μέθοδο, όταν είχε γίνει κατανοητή και αφομοιωθεί η διδασκαλία του και κυρίως όταν ήταν πρόθυμοι οι συνομιλητές του να την ακολουθήσουν.
Ακόμα με την διδασκαλία του, ανέπτυξε και εκλαΐκευσε το μέγα θέμα της υπάρξεως και της αθανασίας της ψυχής και ότι η συγκατάβαση του με τον θάνατο του, αποτελεί έμπρακτη απόδειξη της μεταφυσικής του πίστεως.
Ο Σωκράτης δίδασκε ότι, η αρετή ταυτίζεται με την σοφία, που από αυτήν απορρέουν όλες οι αρετές, γιατί αυτές είναι και το υπέρτατο αγαθό. Την αντιπαρέβαλλε στα αγαθά που φαντάζουν μεγάλα στην λαϊκή συνείδηση, όπως το κάλλος, ο πλούτος, η δύναμη, η σωματική αλκή, οι ηδονές των αισθήσεων και άλλες.
Η πλέον τρανή απόδειξη, ότι βίωσε όλα όσα δίδασκε ο Σωκράτης είναι η απολογία του κατά την δίκη του, αλλά και η συμπεριφορά του στο δεσμωτήριο, τις τριάντα ημέρες που έμεινε σε αυτό.
Ενώπιον των δικαστών του ήταν άκρα φιλοσοφικός, δεν εκλιπάρησε, δεν έκλαψε, όπως άλλοι επιφανείς πριν από αυτόν, δεν κατέφυγε σε φτηνές απολογίες, αλλά ηρωικά σύνδεσε την διδασκαλία του με τις πράξεις του, τονίζοντας με έμφαση στους εμβρόντητους δικαστές του, ότι σε όλη την ζωή εκτελούσε την εντολή του ΘΕΟΥ. Και ενώ παρέμεινε στο δεσμωτήριο επί ένα μήνα πριν θανατωθεί, δεν

5
χρησιμοποίησε αθέμιτους τρόπους και μέσα, πρόταση δωροδοκίας των βαρβάρων φρουρών του από τον Κρίτωνα, για να γλυτώσει από την άδικη καταδίκη του. Ο μέγιστος των σοφών, έδωσε το μοναδικό παράδειγμα του σε όλη την ανθρωπότητα και κυρίως στους νέους, ότι προέχει η εφαρμογή έστω και του άδικου νόμου, γιατί σε όλη του ζωή ήθελε και επιζητούσε την τέλεια πόλη – πολιτεία. Έτσι έδωσε διαχρονικά το ηρωικό του παράδειγμα, κυρίως στους φαύλους πολιτικούς τονίζοντας: Καλλίτερα να αδικείσαι παρά να αδικείς ή να τιμωρείσαι άδικα, αντί να γλυτώνεις από την δίκαιη τιμωρία.
Κατόπιν τούτων, και κρίνοντας από το σύνολο της διδασκαλίας του, εξάγεται ότι ο Σωκράτης ήταν σε όλο του το μεγαλείο και το τεράστιο βάθος των γνώσεων του, ένας ΘΕΤΙΚΟΣ ΜΟΝΟΘΕΪΣΤΗΣ, απορρίπτοντας εμμέσως πλην σαφώς τον ωραίο μυθικό κόσμο της λαϊκής Ελληνικής πίστεως.
Χαρακτηριστικό μνημείο της μονοθεϊστικής πίστεως και συνειδήσεως του Σωκράτη είναι Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ, που αναφέρεται στον Διάλογο ΦΑΙΔΡΟΣ (279 b8 c4) του Πλάτωνος.

Ώ φίλε Πάν τέ καί άλλοι όσοι τήδε θεοί, δήοιτέ, μοι καλώ γενέσθαι τάνδοθεν,
έξωθεν δέ όσα έχω, τοίς εντός είναι μοι φίλια.
Πλούσιον δέ νομίζομοι τόν σοφόν.
Τό δέ χρυσού πλήθος είη μοι όσον μήτε φέρειν μήτε άγειν δύναιτο,
άλλος ή ό σώφρων.

Αγαπημένε μου Πάνα και εσείς οι άλλες θείες δυνάμεις τούτου εδώ του τόπου,
κάνετε να γίνω ωραίος μέσα μου, και τα εξωτερικά αποκτήματα να είναι αγαπημένα,
μέσα σε μια αρμονία, με τα εσωτερικά.
Να θεωρώ ότι πλούσιος είναι ο σοφός.
Και η ποσότητα του πλούτου που θα έχω,
να είναι τόση που να μην μπορεί να την φέρει μαζί του και να πορεύεται με αυτήν άλλος, παρά μόνον ο συνετός άνθρωπος.

Εδώ δηλώνει καθαρά και κατηγορηματικά τον ένα τον Πάνα ( ΕΝ ΤΩ ΠΑΝ) και τις άλλες δευτερεύουσες αγαθές θείες δυνάμεις, που εκπορεύονται, υπάρχουν και ενεργούν πάντοτε από την μία και μοναδική δημιουργό πηγή του παντός, του φωτός, της αλήθειας, της δικαιοσύνης της συμπαντικής νομοτέλειας, που διέπει το Παν και στο οποίο το Παν τείνει.


ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΔΙΑΜΑΝΤΑΡΑΣ